Ἄδης, ὁ, τοῦ Ἄδου
Ερμηνεία:
Ο θεός του κάτω κόσμου, σύμφωνα με τους Αρχαίους Έλληνες
Ετυμολογία:
Άδης [Ομηρος: Ἀΐδης (σκοτεινός/αόρατος) <(α+-ιδείν)- το ανείδωτον, το αόρατον, αλλά επειδή αυτό το όνομα, προκαλούσε φόβο τον έλεγαν Πλούτωνα "[Κρατύλος 403Α]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Δὲν ἔφθασας νὰ συνειδῇς, νὰ γνῷς ὅ,τι ἐπόθεις, καὶ ὑπὸ τῆς γαστρὸς εὐθὺς τοῦ Ἄδου κατεπόθης· τὸ χῶμα, ἐφ' οὗ ἔβαινες, ἐκ βάθους ἀνεσκάφη, ἡ δόξα του κατέπεσεν ἐντὸς αὐτοῦ κι' ἐτάφη.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: Έκπτωτος ψυχή. Περ. «Σωτήρ», 1881.
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|